ΘΥΜΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ [02/06/2016]
Υπήρχε, που λες παιδί μου, μια καριόλα.
Δύσκολο να απεμπλακείς και ακόμα πιο δύσκολο να αποφορτίσεις, το βίωμα σου κοντά της.
Σα θανατηφόρος πυρετός όπου έβρισκε ζωντανό οργανισμό.
Φυτοζωούσε γιατί δεν ήξερε μάλλον κάτι διαφορετικό να κάνει.
Κι έπειτα έλεγες, ας το κάνει όπου μπορεί.
Σαν έπεσες θύμα, δεν ήξερες, δεν πίστευες, πρόδωσες ένστικτα και εντυπώσεις.
Εκτίμησες ανθρώπους κι αναρωτήθηκες "πόσο άραγε να είδαν από τούτο το σαρκοφάγο φυτό;"
Είπες "κι αν το ταΐζουν μύγες;"
Σμίλευες τις αντοχές σου, τις έφτασες πέρα από τα όρια.
Σκόνταψες σε λέξεις και νόμισες -αχ πόσο συχνά το νόμισες- κι έπειτα το πίστεψες,
πως ήσουν εσύ ο λάθος, εσύ ο μη σωστός.
Τόσο γενικό όσο ακούγεται είναι.
Σωστό, λάθος, λάθος, σωστό.
Σκόνταψες, έπεσες και χτύπησες.
Μα ένα πρωί, ένα όμορφο πρωινό.
Ο δυνάστης την πάτησε, αυτό το παράσιτο δεν είχε άλλο τρόπο να πιει αίμα.
Στόχευε στο διακόπτη που έλεγε "ΞΕΖΟΥΜΙΣΜΑ"
Πάτησε το διακόπτη που έγραψα "ΤΗ ΓΑΜΗΣΕΣ"
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου