11.20 [15/08/2015]


Δύο ώρες μετά τα ξημερώματα.
Σου γράφω για τις έντεκα και είκοσι.
Σου γράφω, σου σβήνω.
Εδώ πάντως. Παρούσα.
Τις σιχαίνομαι τις απώλειες.
Τις μισώ τις εξαφανίσεις.
Εγώ πρώτη και καλύτερη καταρριέμαι τις σιωπές.
Εσύ τις εφαρμόζεις.. τις σιωπές και τις εξαφανίσεις.
Εσύ έχεις λόγους.
Εγώ, στα μάτια σου, δεν έχω.
Εσύ κρατάς μούτρα.
Εγώ κρατάω πόνο, θυμό, ζήλεια και τρέλα.
Εσύ μιλάς με μέτρο.
Εγώ υπερβάλλω.
Εσύ ξαγρυπνάς.
Εγώ εξαντλούμαι.
Και μια τέτοια λίστα θα συνεχιστεί.
Απόψε.. σαν θα σε ψάξω στο άδειο κρεβάτι.
Αύριο.. σαν θα αργώ να σου πω καλημέρα.
Τώρα.. που σε ψάχνω.
Πριν.. που με έψαχνες εσύ.
Στις έντεκα και είκοσι.. που σταμάτησε το απόψε.
Σα να έπεσε πάνω μου ο παντοκράτορας.
Σαν ένα τραγούδι που με έκλεψε.
Σαν τα φαντάσματα που με στοίχειωσαν πάλι.
Σαν εκείνο το κομμάτι που κάποτε μου στειλες.
Και με καθησυχάζει.
Είναι τα χέρια σου.

Σκάρτη και κενή και μόνη.
Στις έντεκα και είκοσι ακριβώς.
Με ρούφηξε μια δίνη.
Μόνο εκείνο το κομμάτι με πήρε αγκαλιά.

Δεκαπενταύγουστος σε εκκλησιά, νύχτα,
το πιάνο ακουγόταν σα χαμένη αγκαλιά,
κι εσύ έλειπες.

Τόση γλυκιά θίψη, σχεδόν φόβος.
Άλλο ένα τοπίο της ζωής μου.
Και πάλι λείπεις.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις